ἱπποθόρος

ἱπποθόρος
ἱππο-θόρος, , ([etym.] θόρνυμι)
A covering mares, esp. of a he-ass kept for breeding mules, Hsch.
II as Adj., ἱ. νόμος a tune played to a mare, while she was being covered, Plu. 2.138b,704f.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ιππόθορος — ἱππόθορος, ον (Α) φρ. «ἱππόθορος νόμος» μουσικό κομμάτι που παιζόταν, όταν οχεύονταν οι φοράδες, ως διεγερτικό τής ορμής. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)* + θόρος (< θορός «σπέρμα»), πρβλ. βού θορος, έν θορος(βλ. και ιπποθόρος)] …   Dictionary of Greek

  • ιπποθόρος — ἱπποθόρος, ὁ (Α) (κυρίως για όνο που χρησιμοποιείται για παραγωγή ημιόνων) αυτός που οχεύει φοράδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + θόρος (< θορός «σπέρμα»), πρβλ. βου θόρος. Η παροξυτονία προσδίδει στο συνθ. ενεργητική σημασία, εν αντιθέσει προς… …   Dictionary of Greek

  • ἱπποθόρος — covering mares masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποθόρον — ἱπποθόρος covering mares masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποθόρων — ἱπποθόρος covering mares masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιππ(ο)- — (ΑΜ ἱππ[ο]) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό αναφέρεται στον ίππο ή έχει σχέση με τον ίππο. Αξίζει να σημειωθεί ότι με ανάλογη σημασιολογική εξέλιξη το ἱππο χρησιμοποιήθηκε στην Αρχαία Ελληνική και ως μεγεθυντικό πρόθημα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”